Ο εθνικισμός μπορεί να μην είναι στην Ελλάδα η κυρίαρχη ιδεολογία-πια- αλλά είναι μια βασική διάσταση στο τρόπο σκέψης και αναπαράστασης του κόσμου για μια αρκετά μεγάλη μερίδα του ελληνικού πληθυσμού. Καταρχήν σίγουρα εδώ, εγώ δεν θα αναλάβω το ρόλο του ιδεολογικού γιατρού που θα θεραπεύσει αυτή την εξωτική “πάθηση” από τα μυαλά άλλων ανθρώπων. Δεν συμφωνώ και τόσο με ένα εμβολιασμό με εύκολες και ακραίες κρίσεις εναντίον ενός ιστορικά δημιουργημένου τρόπου αντίληψης του κόσμου και αυτοσυνείδησης, όπως ο εθνικισμός. Νομίζω σε αυτές τις περιπτώσεις η θεραπεία είναι χειρότερη από την πάθηση. Κατά δεύτερον για να εξηγηθώ και εγώ ο ίδιος θεωρώ τον εθνικισμό κάτι κακό, τουλάχιστον στις απώτατες συνέπειες του αλλά και στην σαθρή φιλοσοφική βάση του.
Ας προσπαθήσουμε να ορίσουμε τι είναι ο εθνικισμός. Ο εθνικισμός δεν είναι μόνο ένα ιστορικό φαινόμενο που αφορά τα κράτη έθνη και τους εθνικοαπλευθερωτικούς αγώνες τους για απεξάρτηση από ηγεμονίες αυτοκρατοριών και κεντρικών φεουδαρχικών εξουσιών με λόγο ύπαρξης αυτήν την διακριτή και συγκεκριμένη κοινωνικο-ιστορική σημασία που ήταν το ίδιο το έθνος.
Ο εθνικισμός διαπερνάει τις κοινωνίες ως ιστορικό γεγονός και ως δημιουργός ιστορικών εξελίξεων δραματικών και ριζοσπαστικών πολλές φορές, αλλά έχει και βαθύτερες ατομικές διαστάσεις στο ψυχισμό των ανθρώπων.
Είναι πέρα από μένα να ανακαλύψω και να πω εδώ κατά πόσο ο εθνικισμός και μέσω ποιών συγκεκριμένων ιστορικών, κοινωνικών ή πολιτισμικών θεωριών θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως βασική συνισταμένη για μια συνολική θεωρία και ιστορική αφήγηση.
Τον όρο αφήγηση τον χρησιμοποιώ όχι ντε και καλά απαξιωτικά, καθώς κάθε ερμηνεία ή θεωρία είναι μια αφήγηση, μια “μετάφραση” και κάθε ερμηνεία είναι μια μεταφορά ενός γεγονότος, ενός συμβάντος, μιας μορφής σε μια άλλη μορφή και γλώσσα από αυτό που ήδη “είναι”. Και κάθε ερμηνεία δεν μπορεί να είναι απαλλαγμένη ούτε από ιδεολογίες και προσχηματισμένες πολιτικές αντιλήψεις αλλά ούτε και από την ίδιες τις εγγενείς ιδιότητες των εργαλείων της ερμηνείας (φιλοσοφική οντολογία και κοσμοθεωρία που έχει καθένας στο μυαλό του, ή ίδια η φύση της γλώσσας).
Εδώ πρέπει και να βροντοφωναχθεί επίσης ότι, παρόλο που δεν υπάρχει απόλυτα αντικειμενική ερμηνεία, ούτε ερμηνεία απαλλαγμένη από τον ερμηνευτή της αυτό δεν σημαίνει ότι είναι εσφαλμένο και απατηλό να ερμηνεύουμε και ακόμα περισσότερο να σκεφτόμαστε και να συζητάμε. Αντίθετα γνωρίζοντας τα πιο πάνω σε κάθε άσκηση ερμηνείας αποφεύγουμε την μεγαλύτερη αυταπάτη· την αυταπάτη της βεβαιότητας και του απόλυτου αλάνθαστου μιας γνώμης. Μια αλήθεια φαίνεται ότι μπορεί να “αποκαλύπτεται” μερικώς αλλά ποτέ καθολικά και οριστικά.
Ο εθνικισμός έχει πάψει από χρόνια να είναι η κυρίαρχη ιδεολογία της άρχουσας ελίτ στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα σε μεγάλο ποσοστό, καθώς οι ιστορικές συγκυρίες είναι αντίθετες και η παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ τουλάχιστον ως τώρα φροντίζει να δρα πολλές φορές αποτρεπτικά στην επικράτηση τέτοιων τάσεων στους πληθυσμούς (κυρίως όταν δεν είναι συμβατές με στρατηγικά συμφέροντα της).
Όμως ο εθνικισμός είναι υπαρκτός ως ψυχική και συναισθηματική διάσταση σε πολλούς ανθρώπους. Γεννάει πάθη και μίση και αναταράσσει ακόμα ανθρώπινες ψυχές. Τι υπάρχει άραγε στο μυαλό και στη σκέψη ενός ανθρώπου που πιστεύει με πάθος στον εθνικισμό; Με την απλή κοινωνική παρατήρηση θα δούμε ότι στην Ελλάδα τουλάχιστον, συγκεκριμένες κυρίως κοινωνικές ομάδες εγκολπώθηκαν βαθιά τον εθνικισμό, τον συντήρησαν και τον αναπαρήγαγαν και το κάνουν ακόμα ίσως με άλλο τρόπο, πάντα μέσα σε ένα πλαίσιο συντηρητικών ιδεών και αξιών.
Οι άνθρωποι που άνηκαν σε θεσμούς όπως ο στρατός, η αστυνομία, ο κλήρος (ή οι άνθρωποι που είχαν επιρροή από και πίστη σε αυτούς τους θεσμούς) ήταν και είναι έστω και εν μέρει ακόμα βασικοί φορείς και «προστάτες» αυτής της ιδεολογίας. Και αυτό μάλλον είναι μια αναμενόμενη ιστορική εξέλιξη καθώς η ιδεολογία του εθνικισμού παγιώθηκε στην κοινωνία μέσα από αυτούς τους θεσμούς, όταν η αντίληψη της διαφορετικότητας και της ταυτότητας των ανθρώπων βασίστηκε στην ιδέα του έθνους μαζί με την ιστορική εξέλιξη της γεωπολιτικής ένοιας του έθνους κράτους.
Αυτή η δημιουργία μιας ξεχωριστής πολιτικής οντότητας ως κράτος, δηλαδή ως δύναμη (η λέξη κράτος σημαίνει δύναμη, πολλές φορές δύναμη επιβολής) βασισμένη σε μια εθνική ταυτότητα, θα φέρει σκληρές συγκρούσεις με άλλες αντίστοιχες μεγάλες ομάδες πληθυσμών οργανωμένων στο ίδιο μοντέλο κατά την διάρκεια της ιστορικής διαδικασίας δημιουργίας των εθνών ή του μοιράσματος της κυριαρχίας στη γη και στους φυσικούς πόρους. Μπορεί να δει κανείς ότι καθώς η βία και η δύναμη ή έστω η αντίσταση στη βία και στη δύναμη κάποιου άλλου ήταν ίσως η πιο βασική διάσταση στη γέννηση ενός έθνους˙ η ίδια η σημασία της εθνικότητας θα εγκολπωθεί στους θεσμούς κυριαρχίας της κοινωνίας (των όπλων, του νόμου, της παράδοσης) και αυτοί οι θεσμοί θα χριστούν ιστορικά ως θεματοφύλακες και προστάτες της σημασίας (ιδέας) του έθνους καθώς αυτή η σημασία θα νοηματοδοτήσει ένα ολόκληρο κοινωνικό πολιτικό οικοδόμημα και ένα τρόπο ύπαρξης για τους ανθρώπους. Η φράση είμαι Γάλλος, Γερμανός, Έλληνας, Ιταλός, Τούρκος θα σημαίνει πια για τους ανθρώπους πάρα πολλά.
Τώρα που έγκειται το κακό στο να είναι κάποιος εθνικιστής, μάλλον ποιο σωστά τι είναι ο εθνικισμός και τον κάνει κακό; Ο εθνικισμός είναι οργανωμένος και βασισμένος στην ύπαρξη μιας ανθρώπινης ταυτότητας ως κάτι διαφορετικό, ως κάτι αντί κάτι άλλου, η ύπαρξη του βασίζεται κυρίως στη διαφορά.
Βέβαια σχεδόν ολόκληρη η ζωή διαχέεται από τη διαφορετικότητα, τη διαφορετικότητα τη πολιτισμική, τη διαφορετικότητα στο φύλλο, τη διαφορετικότητα κάθε ατομικού υποκειμένου κ.α. Η διαφορά ορίζει κάτι ως διάφορο από κάτι άλλο (ή άλλα) και δίνει ένα νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι ο τρόπος με τον οποίο η ανθρωπότητα συνειδητοποιεί τον εαυτό της και ξετυλίγει τη δράση της. Ίσως η συνείδηση του ευατού μέσα από τη διαφορά να αποτελεί και μια a priori συνιστώσα της ανθρώπινης σκέψης και ύπαρξης αν και αυτό είναι ένα θεμελιώδες ερώτημα χωρίς απάντηση (τουλάχιστον εδώ).
Τότε όμως γιατί η έκφραση της διαφορετικότητας μέσα από το κράτος έθνος να είναι κάτι κακό; Η διαφορετικότητα παράγει νόημα, ίσως σε κάποια επίπεδα παράγει το νόημα της ίδιας μας της ύπαρξης. Είναι από μια άποψη αναπόφευκτη σε ένα βαθύτερο οντολογικό επίπεδο. Απολαύστε τη διαφορετικότητα λένε και μάλλον δεν είναι λάθος προτροπή.
Η διαφορετικότητα αν δεν οδηγεί σε αποκλεισμό και σε μίσος απέναντι στον άλλον είναι μια καθ’ όλα κανονική ανθρώπινη κατάσταση. Μια αντίληψη της διαφοράς αποδεκτή και επιθυμητή είναι αυτή που δεν θα είναι βαθιά και άτεγκτα ιεραρχική και αξιολογική. Δεν θα είναι μια αντίληψη που θα καθορίζει τον άλλον σαν κατώτερο ή εχθρικό και επικίνδυνο και κατ’ επέκταση σαν κάτι που θα πρέπει να υποταχθεί ή χειρότερα να εξαφανιστεί.
Είναι βέβαιο ότι η βασική αναγνώριση της διαφοράς είναι μέρος της αλήθειας των ανθρώπινων πραγμάτων. Και είναι τυφλότητα και ανοησία να αρνούμαστε τη διαφορετικότητα οδηγώντας σε μια ψευδή εξομοίωση όλων των ανθρώπων και των ανθρώπινων καταστάσεων αγνοώντας την ιστορικότητα και τον ίδιο τον τρόπο που λειτουργεί η ανθρώπινη ύπαρξη και συνείδηση, μια συνείδηση του ίδιου της του εαυτού που είναι στηριγμένη στην διαφορετικότητα.
Τότε όμως ο εθνικισμός σαν κάτι που διαχέεται από τη διαφορετικότητα γιατί να είναι κακός και λανθασμένος;
1. Ο εθνικισμός δεν είναι βασισμένος σε μια αναπόφευκτη διαφορά στηριγμένη στη a priori διαφορετική υλική και χωροχρονική διάσταση και φύση των πραγμάτων όπως π.χ. η διαφορετική βιολογία στα φύλα ή η ανάπτυξη των θρησκειών σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους. Το έθνος κράτος όπως το γνωρίζουμε σήμερα διαμορφώθηκε σαν ιστορικό μόρφωμα και εξέλιξη τον 19ο αιώνα δίνοντας μια ξεχωριστή ταυτότητα σε πολύ μεγάλες ομάδες πληθυσμών που ζούσαν σε ένα σχετικά συγκεκριμένο γεωγραφικό τόπο και είχαν σχετικά κοινή γλώσσα, θρησκεία και πολιτισμικές καταβολές, αν και αυτό δεν ίσχυε καθολικά και απόλυτα σε όλο το πληθυσμό. (Χαρακτηριστικά ο Eric Hosbsbawm αναφέρει ότι κατά τη γαλλική επανάσταση το 1789 που σήμανε την έναρξη του γαλλικού κράτους λιγότερος από το μισό πληθυσμό μιλούσε γαλλικά). Το ιστορικό δημιούργημα του κράτους έθνους στην Ευρώπη στον 19ο αιώνα δεν είχε στη βάση του στη διαφορά που γεννήθηκε από τη κλειστότητα τη χρονική και τη χωρική όπως π.χ. στις τοπικές φυλές της Αφρικής ή της Αμερικής ή στις νομαδικές φυλές στα βάθη της Ασίας.
Το έθνος κράτος γεννήθηκε από μια ιστορική ανάγκη και εξέλιξη δηλ. από μια ανθρώπινη δράση, κατ΄ ουσία από μια πολιτική δράση. Και η αντίληψη της εθνικής ταυτότητας και άρα της διαφοράς με τις άλλες εθνικές ταυτότητες, είναι όχι μόνο η ίδια ένα ιστορικό δημιούργημα, άρα προσωρινή, αλλά ακόμα και οι προϋποθέσεις της είναι δημιούργημα της ανθρώπινης ιστορίας. Δηλαδή με άλλα λόγια εγώ δεν βλέπω τίποτα αναπόφευκτο και προκαθορισμένο από τα ανθρώπινα πεπρωμένα ή από κάποιο μεταφυσικό προορισμό στην έννοια του έθνους. Μια έννοια που δεν είναι ΑΝΑΓΚΑΙΑ, ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΗ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΑ όπως πιστεύουν οι εθνικιστές.
2. Ο εθνικισμός καθώς δημιουργεί ένα πολιτικό μόρφωμα το έθνος κράτος, αναγκαστικά δημιουργεί και ένα τεράστιο μηχανισμό δύναμης, τον εθνικό στρατό που αρχικά θα καθορίσει και θα διαμορφώσει με τις εθνικοαπελευθερωτικές συγκρούσεις και επαναστάσεις την ίδια του την χωρική-εδαφική ύπαρξη και στη συνέχεια θα αναλάβει την υπεράσπιση του.
Μαζί με αυτόν αναπτύσσεται και μια ιστορική αφήγηση του έθνους που έχει βασικά χαρακτηριστικά τη συνέχεια και τη σύνδεση του ιστορικού παρόντος του έθνους με το παρελθόν του, δίνοντας του μια ιστορική ζωή σχεδόν από την αρχή της καταγεγραμμένης ιστορίας (στην Ελλάδα για κάποιους η ιστορική συνέχεια είναι σχεδόν ακόμα και εξωιστορική αφού πιστεύουν ότι Ελλάδα ως έθνος προϋπήρχε και εκτός πλανήτη γη προερχόμενο αν δεν κάνω λάθος από το πλανήτη Σείριο).
Ο εθνικός αυτός μηχανισμός δύναμης ο στρατός ήταν απαραίτητος για τη δημιουργία των εθνών κρατών και για την υπεράσπιση τους και σε πολλές ιστορικές στιγμές του συνδρομητής στην παγκόσμια ιστορία της ελευθερίας όπως σε πολλές εθνικοαπελευθερωτικές εξεγέρσεις και αγώνες για πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, ή ακόμα και σωτήριος παράγοντας στη περίπτωση της ήττας του ναζισμού στην Ευρώπη.
Όμως αυτός ο μηχανισμός ας μην ξεχνάμε είναι ένας μηχανισμός κυριαρχίας και βίας ή μπορεί πολύ εύκολα να μετεξελιχθεί ως τέτοιος από κάποια πολιτική εξουσία, με κατάληξη επιθετικούς πολέμους εναντίον άλλων εθνών ή δικτατορίες εναντίον της ίδια της κοινωνίας που στην ουσία τον εμπεριέχει. Άρα το αίσθημα της διαφοράς της εθνικής ταυτότητας, που συχνά μεταλλάσσεται σε άκριτη αίσθηση ανωτερότητας απέναντι σε άλλους, ενισχύεται και φέρεται από ένα πανίσχυρο, σε σημείο που να είναι τρομακτικό, κοινωνικό-ιστορικό μόρφωμα που είναι το ΚΡΑΤΟΣ με κύρια αιχμή το στρατό και λιγότερο άλλους θεσμούς όπως η αστυνομία, η εκπαίδευση ή η παράδοση. Ήταν πραγματικά πολύ εύκολο υπό κατάλληλες κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες που σχεδόν πάντα συμπεριλαμβάνουν ή και προκαλούνται από τον εθνικισμό, αυτός ο μηχανισμός να μετατραπεί σε τερατώδη μηχανισμό κυριαρχίας και βίας.
Ας σκεφτούμε τους 2 μεγάλους πολέμους στον 20ο αιώνα στην Ευρώπη και πιο πολύ το πολεμικό «θαύμα» της ναζιστικής Γερμανίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η ειρήνη στην Ευρώπη εξασφαλίστηκε με την πλήρη υποταγή των στρατιωτικών ελίτ από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ (σε αυτό βοήθησε και το αμερικάνικο πολιτικό μοντέλο), με την λήθη κάθε εθνικιστικής αντίληψης και θεωρίας που εμπεριείχε την έννοια της ανωτερότητας ή επιβολής απέναντι σε άλλα ευρωπαϊκά έθνη και με την πολιτικήτους συνεργασία που έφτασε σε κάποια επίπεδα, στα όρια της πολιτικής και εθνικής ένωσης (ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ)
Δηλαδή έλεος δεν είναι φανερό ότι ο εθνικισμός ιδίως ως αναμάσηση των παλαιών του ιστορικών μορφών εκτός από άτοπη ιδέα μπορεί να γίνει και μια πολύ κακή ιδέα για τα πράγματα και τους ανθρώπους; (θα αναφερθώ μόνο στο Νίτσε που ήδη από το 1882 στη Χαρούμενη επιστήμη που μιλούσε για την έννοια του Ευρωπαϊκού κοσμοπολιτισμού και για εθνικιστική ψώρα)
Σχολιάστε